Mgd Report Main Index

Εισαγωγή
Ορισμός και Ταξινόμηση της Δυσλειτουργίας των Μεϊβομιανών Αδένων
Ανατομία, Φυσιολογία και Παθοφυσιολογία της MGD
Λιπίδια της Δακρυϊκής Στοιβάδας και Αλληλεπιδράσεις Λιπιδίων-
Πρωτεϊνών σε Υγιές Καθεστώς ή σε Καθεστώς Δυσλειτουργίας
Επιδημιολογία και Σχετικοί Παράγοντες Κινδύνου για τη MGD
Διάγνωση της MGD.
Διαχείριση και Θεραπεία της ΜΓΔ

Κλινικές Δοκιμές

 

> βλ. έκθεση σε μορφή PDF

> Επισκόπηση
> σύνδεσμο για να ολοκληρώσετε την έκθεση




Ορισμός και Ταξινόμηση της Δυσλειτουργίας των Μεϊβομιανών
Αδένων


διάχυτη ανωμαλία των μεϊβομιανών αδένων που συνήθως χαρακτηρίζεται
από απόφραξη του τελικού πόρου και/ή ποιοτικές/ποσοτικές αλλαγές στις
αδενικές εκκρίσεις. Αυτό μπορεί να προκαλέσει αλλοίωση της δακρυϊκής
στοιβάδας, συμπτώματα ερεθισμού των οφθαλμών, κλινικά εμφανή φλεγμονή
και πάθηση της οφθαλμικής επιφάνειας.
Υπάρχουν αρκετές εξηγήσεις βάσει στοιχείων για την ορολογία που
χρησιμοποιείται σε αυτόν τον ορισμό. Ο όρος «δυσλειτουργία»
χρησιμοποιείται επειδή διαταράσσεται η λειτουργία των μεϊβομιανών
αδένων. Ο όρος «διάχυτη» χρησιμοποιείται επειδή η διαταραχή επηρεάζει
την πλειοψηφία των μεϊβομιανών αδένων. Η εντοπισμένη επιρροή των
μεϊβομιανών αδένων, όπως στο χαλάζιο, τείνει να μην προκαλεί ανωμαλίες στη
δακρυϊκή στοιβάδα ή τα επιθήλια της οφθαλμικής επιφάνειας και επομένως,
θεωρείται ότι δεν εξετάζεται στο πλαίσιο της MGD. Η απόφραξη των στομίων
των μεϊβομιανών αδένων και των τελικών πόρων καθώς και οι ποιοτικές
και/ή ποσοτικές αλλαγές στις αδενικές εκκρίσεις, αναγνωρίζονται ως οι
κυρίαρχες εκφάνσεις της MGD. Επιπλέον, στον ορισμό συμπεριλαμβάνονται
και υποκειμενικά συμπτώματα ερεθισμού των οφθαλμών καθώς πρόκειται
για συμπτώματα που προκαλούν έντονη ανησυχία στον ασθενή και συχνά
και τον γιατρό. Η βελτίωση των συμπτωμάτων του ασθενούς είναι ο βασικός
στόχος στη θεραπεία της MGD. Ο ρόλος της φλεγμονής στην αιτιολογία της
MGD είναι αμφιλεγόμενος και αβέβαιος.
Στην πρόσφατη βιβλιογραφία οι όροι «οπίσθια βλεφαρίτιδα» και MGD
έχουν χρησιμοποιηθεί ως συνώνυμοι ενώ δεν αντικαθιστά ο ένας τον
άλλο. Ο όρος «οπίσθια βλεφαρίτιδα» χρησιμοποιείται για να περιγράψει
φλεγμονώδεις παθήσεις του οπίσθιου περιθωρίου του βλεφάρου για
τις οποίες η MGD αποτελεί μία από τις αιτίες. Στα πρώιμα στάδιά της, η
MGD ενδέχεται να μη συνδεθεί με κλινικές ενδείξεις χαρακτηριστικές της
οπίσθιας βλεφαρίτιδας. Σε αυτό το στάδιο, οι πάσχοντες μπορεί να είναι
συμπτωματικοί ή ασυμπτωματικοί και η πάθηση θεωρείται υποκλινική.
Καθώς η MGD εξελίσσεται, αναπτύσσονται συμπτώματα και ενδείξεις
στο περιθώριο του βλεφάρου, όπως αλλαγές στην εκφρασιμότητα και την
ποιότητα των μεϊβομιανών εκκρίσεων και η ερυθρότητα του περιθωρίου του
βλεφάρου μπορεί να γίνει πιο ορατή. Σε αυτό το σημείο, θεωρείται ότι είναι
παρούσα οπίσθια βλεφαρίτιδα που σχετίζεται με τη MGD.
Ο όρος MGD θεωρείται κατάλληλος για την περιγραφή των λειτουργικών
ανωμαλιών των μεϊβομιανών αδένων. Ο όρος «πάθηση των μεϊβομιανών
αδένων» χρησιμοποιείται για την περιγραφή ενός ευρύτερου φάσματος
διαταραχών των μεϊβομιανών αδένων, συμπεριλαμβανομένων της
νεοπλασίας και της συγγενούς πάθησης. Άλλοι όροι, όπως μεϊβομίτις ή
μεϊβομιανίτις, περιγράφουν ένα υποσύνολο διαταραχών της MGD που
σχετίζονται με φλεγμονή των μεϊβομιανών αδένων. Παρότι η φλεγμονή
μπορεί να είναι σημαντική για την ταξινόμηση και τη θεραπεία της MGD,
οι όροι αυτοί δεν είναι αρκετά γενικοί καθώς η φλεγμονή δεν είναι πάντα
παρούσα.
Η MGD μπορεί να ταξινομηθεί σύμφωνα με ανατομικές αλλαγές,
παθοφυσιολογικές αλλαγές ή τη σοβαρότητα της πάθησης. Κάθε σύστημα
ταξινόμησης πρέπει να ικανοποιεί τις ανάγκες των γιατρών και των
ερευνητών. Η ταξινόμηση που γίνεται με βάση την παθοφυσιολογία θεωρείται
ότι ικανοποιεί στο μέγιστο βαθμό αυτές τις ανάγκες.
Προτείνεται η ταξινόμηση της MGD σε δύο βασικές κατηγορίες στη βάση
των εκκρίσεων του μεϊβομιανού αδένα: 1) Καταστάσεις Χαμηλής Παραγωγής
και 2) Καταστάσεις Χαμηλής Παραγωγής (Εικόνα 1). Οι Καταστάσεις
Χαμηλής Παραγωγής ταξινομούνται περαιτέρω ως 1) Υποεκκριτική και
2) Αποφρακτική, με τις υποκατηγορίες Ουλώδης και Μη-Ουλώδης. Η
Υποεκκριτική MGD περιγράφει την κατάσταση μειωμένης παραγωγής
μεϊβομιανών εκκρίσεων εξαιτίας ανωμαλιών στους μεϊβομιανούς αδένες
χωρίς αξιοσημείωτη απόφραξη. Η αποφρακτική MGD οφείλεται σε απόφραξη
του τελικού πόρου. Στην ουλώδη μορφή, τα στόμια του πόρου τραβώνται
προς τα πίσω μέσα στη βλεννογόνο, ενώ τα στόμια αυτά παραμένουν στη
φυσιολογική τους θέση στη μη ουλώδη MGD. Η υπερεκκριτική MGD Υψηλής
Παραγωγής χαρακτηρίζεται από την απελευθέρωση μεγάλου όγκου λιπιδίων
στο περιθώριο του βλεφάρου, η οποία γίνεται ορατή κατά την άσκηση πίεσης
στον ταρσό κατά την εξέταση. Κάθε κατηγορία MGD έχει επίσης βασικές
αιτίες, που σχετίζονται με παθήσεις για τις οποίες δεν υπάρχει διακριτή
υποκείμενη αιτία ή αιτιολογία.
Γενικά, η MGD μπορεί να οδηγήσει σε αλλοιώσεις της δακρυϊκής στοιβάδας,
συμπτώματα ερεθισμού των οφθαλμών και ξηροφθαλμία